Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014

«Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΤΟ ΠΡΑΣΙΝΟ ΜΠΟΥΦΑΝ»


Δε φανταζόμουν ποτέ ότι ένας άνθρωπος - που πριν μερικά χρόνια τον στήσανε στον τοίχο και του πετάγανε μαχαίρια επειδή αποφάσισε να αλλάξει ρότα στο ταξίδι της ζωής - μπορεί να είναι τόσο συναισθηματικός κι ευαίσθητος. Πιστεύω στην αλλαγή του ανθρώπου με το πέρασμα των χρόνων και στη μάσκα - όποιος κατάλαβε, κατάλαβε - μέχρι που ένα απόγευμα γνώρισα στο Γκάζι τον Θοδωρή Σταθόπουλο, καθίσαμε σ’ ένα μαγαζί, μου είπε τη δική του ιστορία και επιβεβαιώθηκα. Έβγαλε το πράσινο μπουφάν, το κρέμασε στην καρέκλα του και πήραμε να μιλάμε... μέχρι που νύχτωσε.





«Η ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ»
Ο Θοδωρής  γεννήθηκε στο Νέο Κόσμο της Αθήνας, όπου και μεγάλωσε. Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο πήγε στη Δάφνη. Στο σχολείο ήταν καλός στα φιλολογικά μαθήματα, εκτός από την Ιστορία, αφού δε συμφωνούσε με τον τρόπο που τη δίδασκαν και τη διδάσκουν, την παπαγαλία. Στις πανελλήνιες (τρίτη δέσμη) έγραψε 19,5 στα Λατινικά, 18,5 στα Αρχαία, 18 στην Έκθεση και 5 στην Ιστορία. Δεν πέρασε σε κάποιο Πανεπιστήμιο. Ως παιδί και έφηβος ήταν πολύ ντροπαλός και δεν επεδίωκε να κάνει ερωτικές σχέσεις. Ως χόμπι είχε τον αθλητισμό.


«ΠΩΣ ΠΡΟΕΚΥΨΕ Η ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ»
Η απόφαση ν’ ασχοληθεί με τη δημοσιογραφία ήρθε εντελώς ξαφνικά κι αναπάντεχα, όταν ένα απόγευμα έβλεπε το «Κάτσε Καλά» με το Φώτη Σεργουλόπουλο και την Άννα Δρούζα. Τότε συνειδητοποίησε ότι ήθελε να αποτελεί μέρος αυτού του κόσμου. Κι όταν μια μέρα γύρισε η μαμά του και του είπε «Παιδί μου, πρέπει ν’ αποφασίσεις τι θες να κάνεις!» κατέληξε εν τέλει και με βεβαιότητα στην απόφαση που σιγόκαιγε μέσα του. Τη δημοσιογραφία. Τι του αρέσει και τι σιχαίνεται στο επάγγελμα του δημοσιογράφου; «Με όποιο θέμα κι αν ασχοληθείς, μέχρι το πιο χαζό και ανούσιο, έχεις τη δυνατότητα να περάσεις μέσα την προσωπικότητά σου, το γούστο σου, τις αξίες σου, την παιδεία και την αγωγή που έχεις πάρει από την οικογένειά σου. Αυτό που σιχαίνομαι είναι ότι κάποιοι δημοσιογράφοι δεν κάνουν δημοσιογραφία. Το να κανιβαλίζεις ανθρώπους οι οποίοι βρίσκονται σε δυσάρεστη θέση ή να εκμεταλλεύεσαι ανθρώπους οι οποίοι είναι νοητικά στερημένοι ή να προσπαθείς ν’ ασχοληθείς με άκομψο τρόπο με τα προσωπικά του άλλου, δεν είναι δημοσιογραφία, είναι κανιβαλισμός», θα μου διευκρινίσει. Ο ίδιος, ως δημοσιογράφος, έχει ρωτήσει ακραία πράγματα σε πολλούς celebrities, χωρίς όμως εκείνοι να παρεξηγηθούν, επειδή πρόσεχε πάντα τον τρόπο του. Μέχρι που συνάντησε τη Ράνια Θρασκιά την περίοδο που τα δημοσιεύματα λυσσομανούσαν και την ήθελαν σε σχέση με το Γρηγόρη Αρναούτογλου. Τη ρώτησε, λοιπόν, επ’ αυτού κι εκείνη του απάντησε: «Δε σε αφορά και δεν είναι δική σου δουλειά». «Δε ρωτώ για να ικανοποιήσω την προσωπική μου περιέργεια», της αντιγύρισε. «Από τη στιγμή που υπάρχουν δημοσιεύματα και δέχεσαι να δώσεις συνέντευξη σε μία τέτοιου είδους εκπομπή, πρέπει να είσαι διατεθειμένη να απαντήσεις», κατέληξε. «Το ‘‘Δεν απαντώ γιατί δε θέλω’’ το δέχομαι σαν απάντηση, αλλά το ‘’Δε σε αφορά’’ δεν το δέχομαι», θα μου εξηγήσει.




«ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΒΗΜΑΤΑ»
Σπουδάζει σε ιδιωτικό ΙΕΚ Δημοσιογραφία, χωρίς να αποφοιτήσει. Κάποια στιγμή έρχεται ένα φαξ στη σχολή του, με το οποίο ο τότε διευθυντής ειδήσεων του Alpha, Σταμάτης Μαλέλης, ζητά δύο παιδιά για να φτιάξει το τμήμα καταγγελιών στις ειδήσεις, όπου οι πολίτες τηλεφωνούν για να εκφράσουν τα προβλήματά τους, τα οποία αφού φιλτραριστούν και κριθεί ότι αξίζουν βγαίνουν στο δελτίο του σταθμού. «Κι επειδή κανείς από τους συμφοιτητές μου, οι οποίοι είχαν υψηλές βλέψεις, βλέπε Βήμα και Καθημερινή, δεν ήθελε να το κάνει, πήραν εμένα και μία κοπέλα. Σηκώναμε τηλέφωνα, κρίναμε ποια θέματα έπρεπε να φτάσουν στην αρχισυνταξία και σιγά - σιγά άρχισα να κάνω και ελεύθερο ρεπορτάζ, βγαίνοντας με δημοσιογράφους στο δρόμο για να μάθω ακριβώς πώς γίνεται και εν τέλει έμαθα πώς κάνω μοντάζ, το ρεπορτάζ, την απομαγνητοφώνηση... Καθόμουν δίπλα στην Ηρώ Καρυοφύλλη, στον Πέτρο Κασιώτη, που είναι εξαίρετοι δημοσιογράφοι». 


«ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΤΟΥ ALTER - 750 ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ, ΤΕΧΝΙΚΟΙ, ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΙ ΚΡΕΜΑΣΜΕΝΟΙ ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΔΟΥΛΕΙΑ»
Ένα χρόνο πριν κλείσει το κανάλι οι δημοσιογράφοι πληρώνονται τον ένα μήνα, τρεις δεν πληρώνονται, τους λένε «Θα πληρωθείτε», μετά από λίγες μέρες το διαψεύδουν, ένα σωρό ψέματα… Κλείνει το κανάλι. «Στην αρχή παθαίνεις έναν πανικό. Δεν ήμουν απολυμένος, ώστε να περιμένω μιαν αποζημίωση κι επίσης μου χρωστούσαν πολλά χρήματα. Ήμασταν σε μία κατάσταση ομηρίας, δεν μπορούσαμε να κάνουμε ούτε μπρος, ούτε πίσω, ούτε αριστερά, ούτε δεξιά. Οι περισσότεροι συνάδελφοι άρχισαν να κάνουν επισχέσεις εργασίες, αγωγές, μηνύσεις, να φτάνουν την κατάσταση στα άκρα. Εγώ επέλεξα να μην  είμαι επιθετικός απέναντι σ’ ένα κανάλι που μου φέρθηκε καλά, με πλήρωνε στην ώρα μου και με μισθούς αρκετά καλούς. Ένα χρόνο, λοιπόν, δεν κάνω τίποτα. Αρχίζω να ψάχνω για δουλειά σε άλλα κανάλια. Πήρα τηλέφωνα σε ανθρώπους με τους οποίους είχα κάνει συνεντεύξεις, είχαμε βρεθεί σε κοινωνικές εκδηλώσεις κι είχαμε φάει σε πιο ιδιωτικά τραπέζια για να ζητήσω δουλειά. Έστειλα βιογραφικά στον Αντένα και στο STAR, μάλιστα στον Αντένα έστειλα τρία βιογραφικά». Τι έγινε, όμως, με τα χρωστούμενα; «Μετά από δικαστικές διαμάχες αποφασίστηκε να μας δώσει η ΕΣΗΕΑ τα δύο τρίτα του μισθού μας, τα οποία αν κάποτε πληρωθούμε από το ALTER θα πρέπει να τα επιστρέψουμε». Αυτή την περίοδο ο Θοδωρής βρίσκεται στην Ελλάδα, ενώ μένει στο Λονδίνο, καθώς βγήκε απόφαση δικαστηρίου και μέρος των δεδουλευμένων των εργαζομένων του ALTER επιστρέφονται εκεί που ανήκουν. Στους εργαζόμενους!


«ΑΛΛΑΓΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ - ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΧΟΡΕΥΤΗΣ ΣΕ GAY CLUB»
Η μοίρα τον έστειλε στο μαγαζί ενός φίλου όπου άρχισε να δουλεύει ως γκαρσόν. «Κάποια στιγμή, αυτός ο φίλος μου αποφασίζει ν’ ανοίξει ένα club το οποίο θα παρουσίαζε και διάφορα shows. Χορευτές, ηθοποιοί, τραγουδιστές, ακροβάτες, τα πάντα! Έτσι, μου προτείνει το στήσιμο αυτών των shows. Λίγο αργότερα, ψάχνουμε να βρούμε αγόρια χορευτές με ωραία σώματα κλπ. και μου λέει: ‘‘Το σώμα το ‘χεις, θες να το κάνεις;’’ Λοιπόν, δεν είχα να δώσω λόγο σε κανέναν γιατί κανείς δε μου έδωσε ψωμί. Έτσι, λοιπόν, δώσαμε τα χέρια. Χόρευα για ένα χρόνο. Σταμάτησα γιατί ο σύντροφός μου αποφάσισε να φύγει στο Λονδίνο και να σου πω την αλήθεια ήθελα πολύ να τον ακολουθήσω γιατί εκεί, αν μη τι άλλο, σίγουρα θα έβρισκα κάτι καλύτερο να κάνω. Συνέχισα εν τέλει να κάνω το ίδιο και στο Λονδίνο. Μέσα σ’ ένα μήνα η μεγαλύτερη εταιρεία οργανώσεων gay party μάς αναθέτει να στήσουμε ένα party σε club του Λονδίνου. Στην παρούσα φάση - επαγγελματικά - στην Ελλάδα δε με κρατάει τίποτα. Δε θα μείνω, βέβαια, για πάντα εκεί, καθώς εδώ είναι η οικογένειά μου κι οι φίλοι μου, ξέρω πώς λειτουργούν τα πράγματα, έχω κι ένα σπίτι παραχωρημένο από τη μάνα μου σε μένα, επομένως κάποια στιγμή θα γυρίσω.





«Ο ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ ΜΟΥ»
«ΜΕ ΕΣΩΣΕ ΑΠΟ ΒΕΒΑΙΗ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑ! Το λέω αλήθεια. Αν δεν ήταν ο Γιώργος, θα είχα δώσει τέλος στη ζωή μου. Παρόλο που είναι έξι χρόνια μικρότερός μου, κατάφερε να με συνεφέρει». (Κι είναι η πιο συγκινητική στιγμή της συνέντευξης, ίσως η κορύφωσή της. Συγκινείται και τον παίρνουν τα δάκρυα. Κλείνω το μαγνητόφωνο και συζητάμε off the record. Πίνει από το νερό του και συνέρχεται. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι είναι τόσο ευαίσθητος ή συναισθηματικός). «Αυτό δεν το ξέρει ούτε εκείνος… Πολλές φορές πέρασε από το μυαλό μου να αυτοκτονήσω. Ονειρευόμουν τις νύχτες ότι αυτοκτονώ και τα όνειρα αυτά καταλάγιαζαν την τρικυμία μέσα μου. Ανεμοδαρμένη θάλασσα. Ξεπέρασα τη δύσκολη αυτή φάση χάρη στο Γιώργο, στους γονείς μου, στον κολλητό μου και στον πρώην σύντροφό μου, με τον οποίο είμαστε πολύ κοντά. Δε με φόβιζε τόσο τι μπορεί να πάθαινα εγώ ή ότι θα τέλειωνε η ζωή μου. Τους ανθρώπους που θα άφηνα πίσω μου, σκεφτόμουν. Ο Γιώργος με έσωσε. Τότε ζούσαμε στο ίδιο σπίτι και πρέπει να σου πω ότι με ανέχτηκε πολύ. Είχα τρομερά ακραία συμπεριφορά εξαιτίας των επαγγελματικών μου εκείνη την περίοδο. Ξέρεις, είναι πολύ δύσκολο να έχεις μία φυσιολογική ζωή από τότε που θυμάσαι τον εαυτό σου και ξαφνικά στις 10 Νοεμβρίου του 2011 να τη χάνεις έτσι απλά. Είναι ένα μικρός θάνατος. Ο  Γιώργος με βοήθησε και οικονομικά, είχαμε κοινό ταμείο. Εγώ δούλευα δεξιά κι αριστερά και τη βοήθεια των γονιών μου τα βγάζαμε πέρα».




«ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΜΟΥ»
«Οι σχέσεις μου με τους γονείς μου στο πέρασμα των χρόνων γίνονται πολύ καλύτερες. Είμαι τυχερός που έχω για γονείς τους συγκεκριμένους ανθρώπους, οι οποίοι έχουν ανεχτεί πολλά από μένα, κυρίως νεύρα και αντιδράσεις. Δεν είμαι εύκολος άνθρωπος. Στα 17 μου τους είπα ότι είμαι ομοφυλόφιλος και το αποδέχτηκαν, ευτυχώς ήρεμα. Το πρώτο 20λεπτο ήταν σε ένταση, θυμάμαι. Όλως παραδόξως ο πατέρας μου ήταν πιο ήρεμος από τη μάνα μου. Όσον αφορά στη στροφή των επαγγελματικών μου, δεν ήξεραν τίποτα στην αρχή. Τους έλεγα ότι στήνω shows σε μαγαζιά. Μία μέρα, θυμάμαι, της είπα για την πρόταση που μου έκαναν από το εξωτερικό για γυμνή φωτογράφιση. «Καν’ το», μου λέει. Της λέω «Και τι θα πούνε;» Και ξέρεις τι μου απάντησε; «Ποιος από αυτούς που θα σχολιάσουν ρώτησε να μάθει πώς τα βγάζεις πέρα και πώς βιώνουμε αυτό που σου συμβαίνει τώρα; Κανείς, Θοδωρή μου».


(Τον προτρέπω να ανάψει το τσιγάρο του. Τον παρατηρώ ώρα που προσπαθεί, αλλά η μία κουβέντα φέρνει την άλλη. Δεν κράταγε αναπτήρα και παίρνει το κερί που είχαμε στο τραπέζι μας, ενώ γυρίζει και μου λέει: «Ξέρεις τι λένε, ε; Ότι κάθε φορά που ανάβεις τσιγάρο από ένα κερί, βουλιάζει ένα πλοίο». Λίγο αργότερα, ανάβει ξανά τσιγάρο από το κερί. «Είναι το δεύτερο πλοίο που βουλιάζεις για σήμερα», του λέω. Ένας φωτεινός ήλιος άστραψε στο πρόσωπό του από το ανεπαίσθητο χαμόγελο που σχηματίστηκε στα χείλη του. Σαν ουράνιο τόξο μετά τη βροχή που ξέσπασε με την κουβέντα που είχαμε νωρίτερα).


«ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΚΑΙ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΟΙ»
«Θεωρώ ότι η Πολιτεία έχει πολύ σημαντικότερα προβλήματα να λύσει από αυτά των ομοφυλόφιλων. Φυσικά και μιλάμε για μια υπόθεση που ένα εξελιγμένο κράτος θα πρέπει να έχει υπόψη του, αλλά εφόσον έχεις λύσει βασικά προβλήματα βιοτικού χαρακτήρα. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν να φάνε ή άλλοι που αυτοκτονούν. Αν κάναμε αυτή τη συνέντευξη σε άλλη εποχή, θα σου έλεγα άλλα, αυτή την περίοδο, όμως, προέχουν ζητήματος μείζονος σημασίας. Πρέπει να λύσουμε ιεραρχικά τα προβλήματα».


«ΠΩΣ ΦΑΝΤΑΖΟΜΑΙ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ ΣΕ 15 ΧΡΟΝΙΑ»
«Να σου πω αυτό που λέω για πλάκα ή ν’ απαντήσω σοβαρά;» με ρωτάει. «Και τα δύο», του λέω. «Σε 15 χρόνια από σήμερα θέλω να μοιάζω όπως είμαι τώρα». Γελάμε! «Ειλικρινά, δεν ξέρω». Τον ρωτώ αν θα ήθελε να υιοθετήσει παιδί. «Ακόμη νιώθω ότι δεν μπορώ να σηκώσω την ευθύνη ενός παιδιού. Επίσης, μπορεί ένα παιδί να μεγαλώνει με δύο γονείς του ίδιου φύλου; Θα έλεγα «ναι» στην υιοθέτηση ενός παιδιού αν ένας επιστήμονας με διαβεβαίωνε 100% και με έπειθε πραγματικά ότι οι σεξουαλικές προτιμήσεις (του παιδιού) θα είναι αυτές με τις οποίες έχει γεννηθεί, χωρίς να επηρεαστούν και γίνουν επίκτητες από αυτές των γονέων του».



(Ξεκινήσαμε μέρα και τελειώσαμε νύχτα. Ο Θοδωρής Σταθόπουλος έχει το σπάνιο χάρισμα να εφιστά όλη σου την προσοχή πάνω του. Από τα πρώτα πέντε λεπτά κατάλαβα ότι μόνο αν έχω το «χρυσό κλειδί» θα ανοίξω την ψυχή του, ακριβώς επειδή είναι πολύτιμη. Επίσης, τα μάτια, λένε, αποτελούν κι έναν αλάνθαστο ανιχνευτή ψεύδους. Αρκεί μόνο ένα προσεκτικό βλέμμα για να διαπιστώσεις τις προθέσεις και τις αντιδράσεις του συνομιλητή σου για να καταλάβεις αν λέει ψέματα ή αν στην πραγματικότητα επικοινωνεί μαζί σου, ή απλά «συμφωνεί» χωρίς να ακούει. Όταν αρχίσαμε να μιλάμε, αναζήτησα το βλέμμα του κι εκείνος ανταπέδωσε στο οπτικό «κάλεσμά» μου, επιβεβαιώνοντας την ειλικρίνεια των λεγομένων του και τη σκέψη μου ότι απέναντί μου έχω έναν ειλικρινή, αληθινό, γνήσιο κι ευθύ άνθρωπο).